• +30 210-8833925
  • Σαριπόλου 10, 10682 Αθήνα
Άρθρο στην εφημερίδα Kontra News με θέμα τα πολιτιστικά φεστιβάλ και τις διαδικασίες στην επιλογή σωστών προσώπων
Image Here

Θεόδωρος Φορτσάκης
Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ
Καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών
τ. Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Πολιτιστικά Φεστιβάλ: σωστές διαδικασίες για σωστά πρόσωπα

Το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου είναι μια μεγάλη γιορτή του ελληνικού πολιτισμού που μετράει στο ενεργητικό της ήδη παραπάνω από 60 χρόνια. Καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του ιστορικού θεσμού του Φεστιβάλ, κορυφαία ονόματα της εγχώριας και παγκόσμιας καλλιτεχνικής σκηνής έχουν παρελάσει από τους ιερούς χώρους παραστάσεων του Ηρωδείου και των αρχαίων θεάτρων της Επιδαύρου, προβάλλοντας τον πολιτισμό μας και την ελληνική διανόηση, αλλά και προσδίδοντας σε αυτό σημαντική ευρωπαϊκή και διεθνή διάσταση.
Τις προηγούμενες ημέρες το Φεστιβάλ Αθηνών προκάλεσε έντονες συζητήσεις και διαφωνίες σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, με αφορμή το πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του κ. Jan Fabre, που είχε πρόσφατα διορίσει ο Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Αριστείδης Μπαλτάς και ο οποίος τελικά παραιτήθηκε. Στο πρόγραμμα αυτό η καλλιτεχνική ελληνική παρουσία ήταν ιδιαίτερα μειωμένη. Μάλιστα την πρώτη περίοδο, δηλαδή εφέτος, ήταν τελείως απούσα, ενώ τα επόμενα δύο χρόνια προβλεπόταν να καλύψει το ένα τρίτο των εκδηλώσεων. Είχε προηγηθεί η μετονομασία του Φεστιβάλ από «ελληνικό» σε «διεθνές». Η μετονομασία αυτή, αλλά κυρίως ο μεγάλος περιορισμός της ελληνικής παρουσίας ήταν η αιτία της θύελλας αντιδράσεων που επεκτάθηκαν και στην επιλογή «ξένου» καλλιτεχνικού διευθυντή. Αυστηρή κριτική ασκήθηκε επιπλέον με επίκεντρο τις τολμηρές επιλογές των διαφόρων θεαμάτων του κ. Jan Fabre, που πολλοί θεώρησαν ακραίες, εστιάζοντας τόσο στα θέματα που επιλέγει όσο και στα μέσα έκφρασης που χρησιμοποιεί. Οι κριτικές αυτές λοιπόν, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, επικεντρώνονταν στην εθνικότητα και το έργο του καλλιτεχνικού διευθυντή.
Το μείζον θέμα με το Φεστιβάλ Αθηνών, καθώς και με κάθε άλλο ελληνικό και διεθνές φεστιβάλ ή άλλο καλλιτεχνικό φορέα πραγματοποίησης εκδηλώσεων με διεθνείς αξιώσεις δεν πρέπει είναι τα συγκεκριμένα πρόσωπα που το διοικούν ή τα προγράμματα που αυτά επιλέγουν, αλλά οι διαδικασίες με τις οποίες ορίζονται τα πρόσωπα και τα προγράμματα. Σύμφωνα με το ισχύον σήμερα νομικό πλαίσιο, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Φεστιβάλ ορίζεται με υπουργική απόφαση. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 67 του νόμου 4370/2016 προστέθηκε στο νόμο 2636/1998 για το Ελληνικό Φεστιβάλ το άρθρο 3Α, το οποίο και προβλέπει ρητά τον διορισμό του καλλιτεχνικού διευθυντή με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, για τριετή θητεία. Παρόμοια ρύθμιση υπάρχει και στο νόμο 2273/1994 για τον καλλιτεχνικό διευθυντή των δύο κρατικών σκηνών θεάτρου, δηλαδή του Εθνικού Θεάτρου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, όπως και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καθώς και της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, που επιλέγει και πάλι ο Υπουργός.
Ο Υπουργός Πολιτισμού, όσο καταρτισμένος και αν είναι, δεν είναι αρμόδιος να κρίνει το έργο και κατ’ επέκταση την επάρκεια ή την καταλληλότητα ενός καλλιτέχνη για τη διεύθυνση ενός φεστιβάλ. Αυτός ο ρόλος πρέπει να δοθεί σε ένα ανεξάρτητο εθνικό θεσμικό όργανο, μια επιτροπή ειδικών, η οποία θα προβαίνει σε διεθνή προκήρυξη της ανάθεσης της διεύθυνσης του καλλιτεχνικού φεστιβάλ ή όποιου άλλου αρμόδιου φορέα και η οποία θα εποπτεύει τις διαδικασίες, ώστε αυτές να είναι σύννομες και διαφανείς. Η επιτροπή αυτή, την οποία καλό θα ήταν να απαρτίζουν καλλιτέχνες, ιστορικοί της τέχνης, επιστήμονες με βαθειά γνώση του αντικειμένου του φεστιβάλ ή του ενδιαφερόμενου κάθε φορά καλλιτεχνικού φορέα, αλλά και του εν γένει καλλιτεχνικού έργου, θα μπορούσε να κρίνει, με βάση συγκεκριμένες προδιαγραφές, τις διάφορες υποψηφιότητες. Η ίδια επιτροπή θα έπρεπε να είναι η μόνη αρμόδια όχι μόνο να επιλέγει τον καλλιτεχνικό διευθυντή, αλλά και να τον παύει αν δεν ικανοποιεί τις δεσμεύσεις που περιείχε η προκήρυξη με βάση την οποία επελέγη. Ο σεβασμός και η προβολή του ελληνικού πολιτισμού, με τη θεσμοθέτηση σχετικών δεσμεύσεων στην προκήρυξη της θέσης, θα έπρεπε να αποτελούν έναν από τους βασικούς προσανατολισμούς του καλλιτεχνικού διευθυντή που διορίζεται σε ελληνικό πολιτισμικό οργανισμό. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραγνωρίζεται η διεθνής διάσταση, που είναι εξίσου σημαντική.
Η επιλογή «ξένου» δεν επιτρέπεται να αποτελεί καθ' εαυτή αντικείμενο κριτικής, εφόσον έχουν τηρηθεί οι ορθές διαδικασίες. Όπως πολλοί Έλληνες επιλέγονται στο εξωτερικό για να διευθύνουν σημαντικούς φορείς κατά προτίμηση έναντι των πολιτών του ξένου κράτους, έτσι και εμείς πρέπει να δεχόμαστε τους καλύτερους ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους. Από την άποψη αυτή είναι λυπηρό τόσο ότι δεν ακολουθήθηκε ορθή διαδικασία για την επιλογή του κ. Fabre όσο και ότι αυτός εξαναγκάστηκε σε παραίτηση. Η πρόσφατη επιλογή του νέου Γάλλου Διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη κ. Olivier Descotes, κατόπιν διεθνούς προκήρυξης και αντικειμενικής διαφανούς διαδικασίας, αποτελεί ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση. Δυστυχώς ο σημερινός Υπουργός Πολιτισμού δεν το αντιλαμβάνεται. Όπως, όταν ήταν Υπουργός Παιδείας, δεν αντιλήφθηκε τη σημασία να προκηρύσσονται με διεθνή προκήρυξη οι θέσεις των Πρυτάνεων, που διοικούν τα ελληνικά πανεπιστήμια.
Η ανυπαρξία θεσμών, συνεπώς, είναι το πρόβλημα που απειλεί το Φεστιβάλ Αθηνών και τους άλλους καλλιτεχνικούς φορείς και την προβολή του ελληνικού πολιτισμού και όχι η διεθνοποίησή τους. Η αδιάβλητη και αντικειμενική επιλογή ενός καλλιτεχνικού διευθυντή και η στήριξη της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής διεθνώς, ενταγμένης σε ένα διεθνές πρόγραμμα, είναι το «κλειδί» για την επιτυχή του διοργάνωση. Αυτό πρέπει να αποτελεί αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα της Ελλάδας, ιδιαιτέρως αυτή την εποχή της βαθιάς οικονομικο-κοινωνικής αλλά, κυρίως, αξιακής και πολιτιστικής κρίσης.